Από τη δική μου την οπτική.
Ημέρα 1η:
Ταξιδεύω με ιστιοπλοϊκό και διασχίζω τη διώρυγα της Κορίνθου (τρελή εμπειρία τη συστήνω ανεπιφύλακτα). Καθότι ιστιοπλοϊκό(σσ μικρή ταχύτητα) περνάω τελευταία, πίσω από κάτι ταχύπλοα, φουσκωτά και λοιπά μηχανοκίνητα Σαν καλό χαζοχαρούμενο έχω ανοίξει την κάμερα και καταγράφω το γεγονός. Όπως χαζεύω, γυρνάω πίσω - με την κάμερα ανα χείρας και έχοντας φτάσει το ζουμ στο τέρμα - και προσπαθώ να τραβήξω τη γέφυρα από την οποία περνάμε από κάτω. Παρατηρώ (όταν κατάφερα να σταθεροποιήσω το ρημάδι το χέρι μου) έναν άνθρωπο στη γέφυρα να με κοιτάει(όχι εμένα προσωπικά αλλά το σκάφος). Για μια στιγμή πάγωσε το κεφάλι μου σκεπτόμενη ότι ο τύπος θα αυτοκτονήσει! Την αμέσως επόμενη στιγμή παρατήρησα ότι ο τύπος ήταν δεμένος. Και τότε κατάλαβα ότι θα έκανε μια bungee βουτιά. Αρχίζω λοιπόν να φωνάζω "Πήδα!Πήδα!Πήδα!", μαζί μου και τα υπόλοιπα μέλη του πληρώματος. Μόλις το σκάφος πέρασε κάτω από τη γέφυρα και απομακρύνθηκε περίπου 20 μέτρα, ο τύπος ανοίγει τα χέρια και αφήνεται στο κενό....
![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEj7_Daol2WUnkmSnL638fi_YqnsvRCda32Ou39Si-umEzcqIMytvDf2_Ca9eZXqo8tKldtDYNsmks3-ggtvpz0KJkvQn4A1HuPf6aNmSBRDDsawcON5Et7wViQO765tN3jOkX7syK1ogaf3/s400/bungee.jpg)
Ανεπανάληπτη εμπειρία (and I've got it on tape!!!!!) ακόμα και για εμάς που το παρακολουθούσαμε!
Η μέρα 2η:
Ταξιδεύω με το σκάφος από Γαλαξίδι για Τροιζόνια. Η ώρα είναι περίπου 1 το μεσημέρι και ο ήλιος μας έχει βράσει. Εγώ σαν ανήσυχο άτομο δεν έχω βάλει κώλο κάτω όλο το ταξίδι. Την τελευταία ώρα με έχει πιάσει να παίξω με τα πανιά οπότε, τράβα από δω, τράβα από κει, βρίσκομαι στον ήλιο συνεχώς. Δεν με πειράζει όμως, γιατί έχει αποκτήσει μεγαλύτερη ταχύτητα το σκάφος , ο αέρας μου χαϊδεύει το πρόσωπο και ο ήχος της θάλασσας με μαγεύει.
Ο αέρας πέφτει και γυρίζει κατά βέλονα με αποτέλεσμα να αντινεμώνει το πανί μου συνεχώς. Παίρνω την απόφαση, μαζεύω τα πανιά και ενώ κάνω τους τελευταίους κόμπους (για να σιγουρευτώ ότι δεν θα ανοίξει το πανί ξαφνικά με δική του πρωτοβουλία),συνεχίζω να βρίσκομαι στον ήλιο, με αποτέλεσμα να νιώθω ότι θα βράσει το αίμα μου. Μόλις τελειώνω με τα δεσίματα γυρίζω και κοιτάω τον "καπετάνιο" με νόημα. Με κοιτάει. μου χαμογελάει και ξέρει τι ακριβώς σκέφτομαι.
σκορπίνα :"Πόση ταχύτητα έχουμε?"
captain : "6,6 μίλια"
σκορπίνα: "Ωραία.Τι λέει το βυθόμετρο?"
captain : "340 μέτρα...430 μέτρα...340 πάλι..."
σκορπίνα : "Ωραία. Τα λέγαααααααααααααμεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεεε"
Μπροστά στα έκπληκτα μάτια του πληρώματος κρατιέμαι από τα ξάρτια, βγαίνω έξω από τα ρέλια και τινάζομαι όσο πιο μακριά μπορώ.
Σπλάτςςςςςςςςςςςςςςςςςςςςς....
![](https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgzGZomIMktdLww6b9KzmAw_LMn0xJYGvgFhghqBAM3Wr2BsJ8_EWkl-fgNke8kys647UObEOhpg3LOnRVBUBEf-UBstlreo6PdWNkjQX4nemb9HveaNc3Dp47rG16qMTxYwN8axc8D45Ns/s400/GirlJump.jpg)
Βουτάω με το κεφάλι, και αρχίζω να κολυμπάω. Το καθαρό νερό χλιαρό μου δροσίζει το κορμί. Ανοίγω τα μάτια κάτω από το νερό και αντικρίζω αυτό το απέραντο και ήσυχο μπλε. Δεν υπάρχει τίποτα άλλο εκεί μέσα. Εγώ και οι σκέψεις μου. Σκέφτομαι τα ζόρια που τραβάω, τη δουλειά που δεν έχω,τις πισώπλατες μαχαιριές που έφαγα τους τελευταίους μήνες, το παιδί που τράκαρε προχθές με τη μηχανή του μπροστά στα μάτια μου και δεν ξέρω αν ζει σήμερα...Σκέφτομαι ....Με την αναπνοή που μου έχει απομείνει συνεχίζω να κολυμπάω. Παρακαλώ τη θάλασσα να καθαρίσει το μυαλό μου να φύγουν όλα, να μη σκέφτομαι τίποτα. Τα πνευμόνια μου διαμαρτύρονται. Ανοίγω τα μάτια τελευταία φορά. Αποτυπώνω το βαθύ μπλε του βυθού και στρέφω το κεφάλι προς τα πάνω. Βλέπω τις ακτίνες του ήλιου που προσπαθούν να κολυμπήσουν για να με φτάσουν. Κολυμπάω γρήγορα προς τα πάνω αφήνοντας τις τελευταίες μπουρμπουλήθρες...Φτάνω στην επιφάνεια βγάζω το κεφάλι μου έξω από το νερό και παίρνω μια βαθιά ανάσα....
Ο καπετάνιος έχει αρχίσει να παίρνει στροφή και κατευθύνεται προς το μέρος μου. Έχει ετοιμάσει το "σωσίβιο". Ένα σκοινί περίπου 40 μέτρα που επιπλέει, δεμένο στη μια άκρη από την πρυμνιά δέστρα και στην άλλη άκρη του έχει δέσει ένα μπαλόνι από αυτά που προστατεύουν το σκάφος να μη χτυπήσει στο μώλο. Με πλησιάζει με την ελάχιστη ταχύτητα που μπορεί, η μηχανή σχεδόν στο ρελαντί, διαγράφει έναν κύκλο διαμέτρου 20-30 μέτρων με κέντρο του εμένα, και πετάει το μπαλόνι. Το αρπάζω κατευθείαν και τον ακούω να λέει : "Το πιασες?Έτοιμη?"... Σηκώνω το χέρι και του κάνω νόημα οκ!
Αρχίζει να ανεβάζει στροφές στη μηχανή, και το σκοινί ξεδιπλώνεται με ταχύτητα. όταν το σκοινί τεντώνει τελείως αρχίσει να με παίρνει μαζί του. Κάτι σαν σκι φαντάσου αλλά χωρίς σανίδα. Κρατάω το μπαλόνι με όλη μου τη δύναμη και ταξιδεύω. Η ταχύτητα έχει αυξηθεί πολύ και το μπαλόνι, το οποίο βρίσκεται μπροστά μου, αρχίζει να μου πετάει νερό στο πρόσωπο. Γυρίζω το κεφάλι προς τα πίσω, ανοίγω τα μάτια και βλέπω την πορεία που διαγράφει το κορμί μου το απέραντο μπλε Έίναι απίστευτη η αίσθηση αυτή...
Ο καπετάνιος κόβει αρκετά και αφήνει το σκάφος να πλέει μόνο του. Εγώ αφού κάνω άλλα 2-3 μακροβούτια πλησιάζω το σκάφος. Μου κατεβάζει τη σκάλα και ανεβαίνω. Στέκομαι όρθια κρατιέμαι από τον επίτονο και το σκάφος συνεχίζει την πορεία του με εμένα μαζί.
Απορία του πληρώματος: " Καλά, πώς δεν φοβάσαι να βουτήξεις στη μέση του πουθενά στα 430 μέτρα νερό?Δεν φοβάσαι μη σε φάει τίποτα?"
Κοιτάω πίσω και κάπου στο βάθος διακρίνω τις σκέψεις μου μισοπνιγμένες. Γυρίζω το κεφάλι χαμογελαστή και απαντάω "Όταν είσαι 24 χρονών ζεις, δουλεύεις και οδηγείς στην Αθήνα, αντιμετωπίζοντας καθημερινά, το άγχος για το αύριο,την αδικία, τη μαλάκία και το θάνατο, τότε η βουτιά στα 430 μέτρα νερό είναι απλά παιχνιδάκι...